ἀποστολῶν

ἀποστολῶν
ἀποστολή
sending off
fem gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἀποστόλων — ἀπόστολος messenger masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πράξεις των Αποστόλων — Βιβλίο της Καινής Διαθήκης, που αποτελεί συνέχεια των Ευαγγελίων και αφηγείται τη δράση των Αποστόλων, ιδιαίτερα του Πέτρου και του Παύλου, μετά την ανάληψη του Ιησού. Θέμα του έργου, που έχει μεγάλη σπουδαιότητα από ιστορική και δογματική πλευρά …   Dictionary of Greek

  • Αγίων Αποστόλων, μονή — Ονομασία δύο μοναστηριών. 1. Γυναικείο μοναστήρι στον νομό Αχαΐας. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας. Δεν είναι γνωστός ο χρόνος της ίδρυσής του. Το καθολικό του έχει τοιχογραφίες του 1621, έργα του Δημητρίου Μόσχου. Το τέμπλο… …   Dictionary of Greek

  • Δώδεκα Αποστόλων, μονή — Γυναικείο μοναστήρι στον νομό Καρδίτσης, γνωστό και με την ονομασία Κόκκινη Εκκλησιά. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων (έδρα Καρδίτσα). Ιδρύθηκε το 1940 …   Dictionary of Greek

  • «ДИДАХЕ» — [греч. Διδαχὴ (τῶν δώδεκα ἀποστόλων) учение (12 апостолов)], раннехристианский памятник, содержащий уникальные сведения о церковной жизни, богословии и нравственном учении апостольской эпохи. Текстология Иерусалимская рукопись Колофон с… …   Православная энциклопедия

  • ДЕЯНИЯ СВЯТЫХ АПОСТОЛОВ — [греч. Πράξεις [τῶν ἁγίων] ἀποστόλων; лат. Acta apostolorum], одна из канонических книг Свящ. Писания НЗ, к рая, согласно святоотеческому преданию и по мнению большинства совр. исследователей, была написана св. ап. и евангелистом Лукой. Название… …   Православная энциклопедия

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • Απόστολοι — I Στη χριστιανική εκκλησία είναι οι δώδεκα μαθητές του Ιησού Xpιστού, τους οποίους διάλεξε προσωπικά ο ίδιος και στους οποίους έδωσε το τιμητικό όνομα του Αποστόλου (Λουκ. στ’ 12 31). Αρχικά Α. ονομάζονταν οι δώδεκα μαθητές του Κυρίου, ο αριθμός… …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”